Present | |
Singular 1 σκέφτομαι2 σκέφτεσαι3 σκέφτεται | Plural1 σκεφτόμαστε2 σκέφτεστε3 σκέφτονται |
Imperfect | Singular 1 σκεφτόμουν2 σκεφτόσουν3 σκεφτόταν | Plural1 σκεφτόμασταν2 σκεφτόσασταν3 σκέφτονταν |
Aorist | Singular 1 σκέφτηκα2 σκέφτηκες3 σκέφτηκε | Plural1 σκεφτήκαμε2 σκεφτήκατε3 σκέφτηκαν |
Future | Singular 1 θα σκεφτήκω2 θα σκεφτήκεις3 θα σκεφτήκει | Plural1 θα σκεφτήκουμε2 θα σκεφτήκειτε3 θα σκεφτήκουν |
Perfective imperative | Singular 2 σκέφτηκε | Plural2 σκεφτήκτε |