Present |
Singular 1 μαγειρεύω2 μαγειρεύεις3 μαγειρεύει | Plural1 μαγειρεύουμε2 μαγειρεύετε3 μαγειρεύουν |
Imperfect
|
Singular 1 μαγείρευα2 μαγείρευες3 μαγείρευε | Plural1 μαγειρεύαμε2 μαγειρεύατε3 μαγείρευαν | Aorist
|
Singular 1 μαγείρεψα2 μαγείρεψες3 μαγείρεψε | Plural1 μαγειρέψαμε2 μαγειρέψατε3 μαγείρεψαν | Future
|
Singular 1 θα μαγειρέψω2 θα μαγειρέψεις3 θα μαγειρέψει | Plural1 θα μαγειρέψουμε2 θα μαγειρέψειτε3 θα μαγειρέψουν | Imperative
|
Singular 2 μαγείρευε | Plural2 μαγειρεύετε | Perfective imperative
|
Singular 2 μαγείρεψε | Plural2 μαγειρέψτε |