τρέφω

- conjugation of the verb τρέφω in Ancient Greek

Main form τρέφω

















Present
Singular
1 τρέφω
2 τρέφεις
3 τρέφει
Plural
1 τρέφομεν
2 τρέφετε
3 τρέφουσι

Imperfect
Singular
1 ἔτρεφον
2 ἔτρεφες
3 ἔτρεφε
Plural
1 ἐτρέφομεν
2 ἐτρέφετε
3 ἔτρεφον

Subjunctive
Singular
1 τρέφω
2 τρέφῃς
3 τρέφῃ
Plural
1 τρέφωμεν
2 τρέφητε
3 τρέφωσι

Optative
Singular
1 τρέφοιμι
2 τρέφοις
3 τρέφοι
Plural
1 τρέφοιμεν
2 τρέφοιτε
3 τρέφοιεν

Imperative
Singular
2 τρέφε
3 τρεφέτω
Plural
2 τρέφετε
3 τρεφόντων

Future
Singular
1 θρέψω
2 θρέψεις
3 θρέψει
Plural
1 θρέψομεν
2 θρέψετε
3 θρέψουσι

Aorist
Singular
1 ἔθρεψα
2 ἔθρεψας
3 ἔθρεψεν
Plural
1 ἐθρέψαμεν
2 ἐθρέψατε
3 ἔθρεψαν

Aorist subjunctive
Singular
1 θρέψω
2 θρέψῃς
3 θρέψῃ
Plural
1 θρέψωμεν
2 θρέψητε
3 θρέψωσι

Aorist imperative
Singular
2 θρέψον
3 θρεψάτω
Plural
2 θρέψατε
3 θρεψάντων

Perfectum
Singular
1 τέτροφα
2 τέτροφας
3 τέτροφεν
Plural
1 τετρόφαμεν
2 τετρόφατε
3 τετρόφασι

Pluperfect
Singular
1 ἐτετρόφειν
2 ἐτετρόφεις
3 ἐτετρόφει
Plural
1 ἐτετρόφεμεν
2 ἐτετρόφετε
3 ἐτετρόφεσαν

Future optative
Singular
1 θρέψοιμι
2 θρέψοις
3 θρέψοι
Plural
1 θρέψοιμεν
2 θρέψοιτε
3 θρέψοιεν

Aorist optative
Singular
1 θρέψαιμι
2 θρέψαις
3 θρέψαι
Plural
1 θρέψαιμεν
2 θρέψαιτε
3 θρέψαιεν

Perfect subjunctive
Singular
1 τετρόφω
2 τετρόφῃς
3 τετρόφῃ
Plural
1 τετρόφωμεν
2 τετρόφητε
3 τετρόφωσι

Perfect optative
Singular
1 τετρόφοιμι
2 τετρόφοις
3 τετρόφοι
Plural
1 τετρόφοιμεν
2 τετρόφοιτε
3 τετρόφοιεν

Infinitives:
Present infinitive: τρέφειν
Future infinitive: θρέψειν
Aorist infinitive:  θρέψαι
Perfect infinitive: τετροφέναι

Participles:
Present participle: τρέφων
Future participle: θρέψων
Aorist participle:  θρέψας
Perfect participle: τετροφώς

List of Ancient Greek verbs