λατρεύω

- conjugation of the verb λατρεύω in Ancient Greek

Main form λατρεύω

















Present
Singular
1 λατρεύω
2 λατρεύεις
3 λατρεύει
Plural
1 λατρεύομεν
2 λατρεύετε
3 λατρεύουσι

Imperfect
Singular
1 ἐλάτρευον
2 ἐλάτρευες
3 ἐλάτρευε
Plural
1 ἐλατρεύομεν
2 ἐλατρεύετε
3 ἐλάτρευον

Subjunctive
Singular
1 λατρεύω
2 λατρεύῃς
3 λατρεύῃ
Plural
1 λατρεύωμεν
2 λατρεύητε
3 λατρεύωσι

Optative
Singular
1 λατρεύοιμι
2 λατρεύοις
3 λατρεύοι
Plural
1 λατρεύοιμεν
2 λατρεύοιτε
3 λατρεύοιεν

Imperative
Singular
2 λάτρευε
3 λατρευέτω
Plural
2 λατρεύετε
3 λατρευόντων

Future
Singular
1 λατρεύσω
2 λατρεύσεις
3 λατρεύσει
Plural
1 λατρεύσομεν
2 λατρεύσετε
3 λατρεύσουσι

Aorist
Singular
1 ἐλάτρευσα
2 ἐλάτρευσας
3 ἐλάτρευσεν
Plural
1 ἐλατρεύσαμεν
2 ἐλατρεύσατε
3 ἐλάτρευσαν

Aorist subjunctive
Singular
1 λατρεύσω
2 λατρεύσῃς
3 λατρεύσῃ
Plural
1 λατρεύσωμεν
2 λατρεύσητε
3 λατρεύσωσι

Aorist imperative
Singular
2 λάτρευσον
3 λατρευσάτω
Plural
2 λατρεύσατε
3 λατρευσάντων

Perfectum
Singular
1 λελάτρευκα
2 λελάτρευκας
3 λελάτρευκεν
Plural
1 λελατρεύκαμεν
2 λελατρεύκατε
3 λελατρεύκασι

Pluperfect
Singular
1 ἐλελατρεύκειν
2 ἐλελατρεύκεις
3 ἐλελατρεύκει
Plural
1 ἐλελατρεύκεμεν
2 ἐλελατρεύκετε
3 ἐλελατρεύκεσαν

Future optative
Singular
1 λατρεύσοιμι
2 λατρεύσοις
3 λατρεύσοι
Plural
1 λατρεύσοιμεν
2 λατρεύσοιτε
3 λατρεύσοιεν

Aorist optative
Singular
1 λατρεύσαιμι
2 λατρεύσαις
3 λατρεύσαι
Plural
1 λατρεύσαιμεν
2 λατρεύσαιτε
3 λατρεύσαιεν

Perfect subjunctive
Singular
1 λελατρεύκω
2 λελατρεύκῃς
3 λελατρεύκῃ
Plural
1 λελατρεύκωμεν
2 λελατρεύκητε
3 λελατρεύκωσι

Perfect optative
Singular
1 λελατρεύκοιμι
2 λελατρεύκοις
3 λελατρεύκοι
Plural
1 λελατρεύκοιμεν
2 λελατρεύκοιτε
3 λελατρεύκοιεν

Infinitives:
Present infinitive: λατρεύειν
Future infinitive: λατρεύσειν
Aorist infinitive:  λατρεῦσαι
Perfect infinitive: λελατρευκέναι

Participles:
Present participle: λατρεύων
Future participle: λατρεύσων
Aorist participle:  λατρεύσας
Perfect participle: λελατρευκώς

List of Ancient Greek verbs